43. ΠΛΑΤ. ημάς πρώτους χρή τους Πλατωνικούς λαβείν. ΠΥΘ. ούκ, άλλα τους Πυθαγορικούς ημάς πρότερος γαρ ο Πυθαγόρας ήν. ΣΤΩΙΚ. ληρείτε αμείνους ημείς οι από της στοάς. 5 ΠΕΡ. ου μεν ούν, αλλά έν γε τους χρήμασι πρώτοι αν ημείς είημεν οι εκ του περιπάτου. ΕΠΙΚ. ημίν τοις Επικουρείους τους πλακούντας δότε και τας παλάθας" περί δε των μνών περιμενουμεν, κάν υστάτους δέη λαμβάνειν. ΑΚΑΔ. που τα δύο τάλαντα και δείξομεν γάρ οι ακαδημαϊκοί όσον των άλλων εσμέν εριστικώτεροι. ΣΤΩΙΚ. ουχ ημών γε των στωικών παρόντων. 44. ΦΙΛ. παύσασθε φιλονεικούντες" υμείς δε οι κυνικοί μήτε αθεϊτε αλλήλους μήτε τούς ξύλους παίετε15 επ' άλλα γαρ ίστε κεκλημένοι και νύν έγωγε η φιλοσοφία και αρετή αύτη και αλήθεια δικάσομεν τίνες οι ορθώς φιλοσοφούντές εισιν, είτα όσοι μέν αν ευρεθώσι κατα τα ημίν δοκούντα βιούντες, ευδαιμονήσουσιν άριστοι κεκριμένοι τους γόητας δε και ουδέν ημίν προσήκοντας 20 κακούς κακώς επιτρίψομεν, ως μη αντιποιούντο των υπέρ αυτούς αλαζόνες όντες. τί τούτο; φεύγετε; νή Δία, κατά των γε κρημνών οι πολλοί άλλόμενοι. κενή δ' ούν ή ακρόπολις, πλην ολίγων τούτων, οπόσοι μεμενήκασιν ου φοβηθέντες την κρίσιν. 45. οι υπηρέται ανέλεσθε την 25 πήραν, ήν ο κυνίσκος απέρριψεν εν τη τροπή. φέρ' ίδω τί και έχει ή που θέρμους ή βιβλίον η άρτους των αυτοπυριτών. ΠΑΡΡ. ούκ, αλλά χρυσίον τουτί και μύρον και κάτοπτρον και κύβους. 30 ΦΙΛ. ευ γε, ώ γενναίε. τοιαύτά σοι ήν τα εφόδια της ασκήσεως και μετά τούτων ήξίους λοιδορείσθαι άπασι και τους άλλους παιδαγωγείν. ΠΑΡΡ. τοιούτοι μεν ούν ημίν ουτοι. χρη δε υμάς σκοπείν όντινα τρόπον αγνοούμενα ταυτα πεπαύσεται 5 και διαγνώσονται οι εντυγχάνοντες, οίτινες οι αγαθοί αυτών και οίτινες αυ πάλιν οί του ετέρου βίου. ΦΙΛ. συ δε, ώ αλήθεια, εξεύρισκε,-υπέρ σου γαρ τούτο γένοιτο άν-ως μη επικρατήση το ψεύδος μηδε υπό τη άγνοία λανθάνωσιν οι φαύλοι των ανδρών σε 1ο τους χρηστους μεμιμημένοι. 46. ΑΛΗΘ. επ' αυτώ, εί δοκεί, Παρρησιάδη ποιησώμεθα το τοιούτον, επεί χρηστός ωπται και εύνους ημίν και σέ, ώ φιλοσοφία, θαυμάζων, παραλαβόντα μεθ' αυτού τον έλεγχον άπασι τοις φάσκουσι φιλοσο15 φεϊν εντυγχάνειν, είθ' ον μεν άν εύρη γνήσιον ως αληθώς φιλοσοφίας, στεφανωσάτω θαλλού στεφάνω και ες το πρυτανείον καλεσάτω, ήν δέ τινι-οίοι πολλοί εισικαταράτω ανδρί υποκριτή φιλοσοφίας εντύχη, το τριβώ νιον περισπάσας αποκειράτω τον πώγωνα εν χρώ πάνυ 20 τραγοκουρική μαχαίρα και επί του μετώπου στίγματα επιβαλέτω ή εγκαυσάτω κατά το μεσόφρυον· ο δε τύπος του καυτήρος έστω αλώπηξ ή πίθηκος. ΦΙΛ. ευ γε, ώ αλήθεια και δε έλεγχος, ώ Παρρησιάδη, τoιόσδε έστω, οίος και των αετών προς τον ήλιον 25 είναι λέγεται, ου μα Δί’ ώστε κακείνους αντιβλέπειν το φωτί και προς εκείνο δοκιμάζεσθαι, αλλά προθείς χρυσίον και δοξαν και ηδονήν δν μέν αν αυτών ίδης υπερορώντα και μηδαμώς έλκόμενον προς την όψιν, ούτος έστω και τα θαλλώ στεφόμενος, oν δ' αν ατενές αποβλέποντα 30 και την χείρα ορέγοντα επί το χρυσίον, απάγειν επί το καυτήριον τούτον αποκείραντα πρότερον τον πώγωνα ως έδοξεν. Ιο 47. ΠΑΡΡ. έσται ταύτα, ώ φιλοσοφία, και όψει αυτίκα μάλα τους πολλούς αυτών αλωπεκίας ή πιθηκοφόρους, ολίγους δε και έστεφανωμένους" εί βούλεσθε μέντοι, κάνταύθα ανάξω τινάς υμίν νή Δί' αυτών. ΦΙΛ. πώς λέγεις και ανάξεις τους φυγόντας ; 5 ΠΑΡΡ. και μάλα, ήνπερ η ιέρειά μοι εθελήση προς ολίγον χρήσαι την ορμιάν εκείνην και το άγκιστρον, όπερ ο αλιεύς ανέθηκεν ο εκ Πειραιώς. ΙΕΡ. ιδού δή λαβέ, και τον κάλαμόν γε άμα, ως πάντ’ έχoις. ΠΑΡΡ. ουκούν, ώ ιέρεια, και ισχάδας μοί τινας δος ανύσασα και ολίγον του χρυσίου. ΙΕΡ. λάμβανε. ΙΕΡ. δελεάσας το άγκιστρoν ισχάδι και το χρυσίω 15 καθεζόμενος επί το άκρον του τειχίου καθήκεν ες την πόλιν. ΦΙΛ. Τί ταύτα, ω Παρρησιάδη, ποιείς ; ή που τους λίθους αλιεύσειν διέγνωκας εκ του Πελασγικού. ΠΑΡΡ. σιώπησον, ώ φιλοσοφία, και την άγραν 20 περίμενε συ δε, Πόσειδον αγρεύ και 'Αμφιτρίτη φίλη, πολλούς ημίν ανάπεμπε των ιχθύων. 48. άλλ' ορώ τινα λάβρακα ευμεγέθη, μάλλον δε χρύσοφρυν. ΕΛΕΓΧΟΣ. ούκ, αλλά γαλεός έστι: προσέρχεται δη το αγκίστρω κεχηνώς. οσφράται του χρυσίου, πλησίον 25 ήδη εστίν έψαυσεν, εύληπται, ανασπάσωμεν. ΠΑΡΡ. και σύ, ώ έλεγχε, νυν συνεπιλαβού της ορμιάς άνω εστί. φέρ' ίδω τίς εί, ώ βέλτιστε ιχθύων; κύων ούτός γε. “Ηράκλεις των οδόντων. τι τούτο, ώ γενναιότατε; είληψαι λιχνεύων περί τας πέτρας, ένθα 30 λήσειν ήλπισας υποδεδυκώς και αλλά νύν έση φανερός άπασιν εκ των βραγχίων απηρτημένος. εξέλωμεν το ΔΙΟΓ. μα Δί” εξεμεσάτω, ως δή και επ' άλλους 5 δελεάσωμεν. ΠΑΡΡ. ευ έχει τί φής, ώ Διόγενες ; οίσθα τούτον όστις εστίν, ή προσήκει σοί τι ανήρ; ΔΙΟΓ. ουδαμώς. ΠΑΡΡ. τί ούν; πόσου άξιον αυτόν χρή φάναι και εγώ 1ο μέν γαρ δύο οβολών πρώην αυτόν ετιμησάμην. ΔΙΟΓ. πολυ λέγεις άβρωτός τε γάρ έστι και είδεχθής και σκληρός και άτιμος άφες αυτόν επί κεφαλήν από της πέτρας: συ δε άλλον ανάσπασον καθείς το άγκιστρον. εκείνο μέντοι όρα, ώ Παρρησιάδη, μη καμπτό15 μενός σοι ο κάλαμος αποκλασθη. ΠΑΡΡ. θάρρει, ω Διόγενες κουφοί είσι και των αφύων ελαφρότεροι. ΔΙΟΓ. νή Δί', αφυέστατοί γε' ανάσπα δε όμως. 49. ΠΑΡΡ. ιδού τίς άλλος ούτος ο πλατύς; ώσπερ 20 ημίτομος ιχθυς προσέρχεται, ψηττά τις, κεχηνως ές το άγκιστρον" κατέπιεν, έχεται, άνεσπάσθω. ΔΙΟΓ. τίς έστιν; ΠΛΑΤ. και σύ, ώ κατάρατε, ήκεις επί το χρυσίον; 25 ΠΑΡΡ. τί φής, ώ Πλάτων; τί ποιώμεν αυτόν; ΠΛΑΤ. από της αυτής πέτρας και ούτος. ΠΑΡΡ. και μην ορώ τινα πάγκαλον προσιόντα, ως αν έν βυθώ δόξειεν, ποικίλουν την χρόαν, ταινίας τινάς 30 επί του νώτου επιχρύσους έχοντα. οράς, ώ έλεγχε και ο τον Αριστοτέλης προσποιούμενος ούτός έστιν. ήλθεν, είτα πάλιν άπενήξατο. περισκοπεί ακριβώς, αύθις επανήλθεν, έχανεν, είληπται, ανιμήσθω. ΑΡΙΣΤ. μη έρη με, ώ Παρρησιάδη, περί αυτού αγνοώ γάρ όστις εστίν. ΠΑΡΡ. ουκούν και ούτος, ώ Αριστοτελες, κατά των 5 πετρών. 51. άλλ' ήν ιδού, πολλούς που τους ιχθύς ορώ κατά ταυτόν ομόχροας, ακανθώδεις και την επιφάνειας εκτετραχυσμένους, έχίνων δυσληπτοτέρους. ή που σαγήνης επ' αυτούς δεήσει" αλλ' ού πάρεστιν, ικανόν ει κάν . ένα τινά εκ της αγέλης ανασπάσαιμεν. ήξει δ' επί το 1ο άγκιστρoν δηλαδή ός αν αυτών θρασύτατος ή. ΕΛΕΓ. κάθες, ει δοκεί, σιδηρώσας γε πρότερον επί πολύ της ορμιάς, μη αποπρίση τους οδούσι καταπιών το χρυσίον. ΠΑΡΡ. καθήκα. συ δε, ώ Πόσειδον, ταχείαν επι- 15 τέλει την άγραν. βαβαι, μάχονται περί του δελέατος, και συνάμα πολλοί περιτρώγουσι την ισχάδα, οι δε προσφύντες έχονται του χρυσίου. ευ έχει περιεπάρη τις μάλα καρτερός, φέρ' ίδω τίνος επώνυμον σεαυτόν είναι λέγεις; καίτοι γελοιός γέ είμι αναγκάζων ιχθύν 20 λαλείν άφωνοι γάρ αυτοί. αλλά σύ, ώ έλεγχε, είπε όντινα έχει διδάσκαλος. ΕΛΕΓ. Χρύσιππον τουτονί. ΠΑΡΡ. μανθάνω διότι χρυσίον, oίμαι, προσην τω ονόματι. συ δ' ούν, Χρύσιππε, προς της Αθηνάς είπέ, 25 οίσθα τους άνδρας ή τοιαύτα παρήνεις αυτούς ποιεϊν; ΧΡΥΣ. νή Δί', υβριστικά ερωτάς, ώ Παρρησιάδη, προσήκειν τι ημίν υπολαμβάνων τοιούτους όντας. ΠΑΡΡ. ευ γε, ώ Χρύσιππε, γενναίος ει. ούτος γούν και αυτός επί κεφαλήν μετά των άλλων, έπει και ακαν- 3ο θώδης εστί, και δέος μη διαπαρή τις τον λαιμόν έσθίων. |