άπασιν εκ των βραγχίων απηρτημένος. εξέλωμεν το δέλεαρ και το άγκιστρον τουτί. κενόν σοι το άγκιστρον" η δ' ισχας ήδη προσέσχηται και το χρυσίον εν τη κοιλία. ΔΙΟΓ. μα Δί’ εξεμεσάτω, ως δή και επ' άλλους 5 δελεάσωμεν. ΠΑΡΡ. ευ έχει τί φής, ώ Διόγενες ; οίσθα τούτον όστις εστίν, ή προσήκει σοί τι ανήρ; ΔΙΟΓ. οι δαμώς. ΠΑΡΡ. τί ούν; πόσου άξιον αυτόν χρή φάναι και εγώ το μεν γαρ δύ' οβολών πρώην αυτόν ετιμησάμην. ΔΙΟΓ. πολυ λέγεις άβρωτός τε γάρ έστι και είδεχθής και σκληρός και άτιμος: άφες αυτόν επί κεφαλήν από της πέτρας συ δε άλλον ανάσπασον καθείς το άγκι στρον. εκείνο μέντοι όρα, ώ Παρρησιάδη, μη καμπτό15 μενός σοι ο κάλαμος αποκλασθη. ΠΑΡΡ. θάρρει, ω Διόγενες κουφοί είσι και των αφύων ελαφρότεροι. ΔΙΟΓ. νή Δί', αφυέστατοί γε" ανάσπα δε όμως. Η9. ΠΑΡΡ.ιδού τίς άλλος ούτος ο πλατύς; ώσπερ 20 ημίτομος ιχθυς προσέρχεται, ψηττά τις, κεχηνως ές το άγκιστρον" κατέπιεν, έχεται, άνεσπάσθω. ΔΙΟΓ. τίς έστιν; ΠΛΑΤ. και σύ, ώ κατάρατε, ήκεις επί το χρυσίον; 25 ΠΑΡΡ. τί φής, ο Πλάτων και τί ποιώμεν αυτόν; ΠΛΑΤ. από της αυτής πέτρας και ούτος. ΠΑΡΡ. και μην ορώ τινα πάγκαλον προσιόντα, ως αν εν βυθώ δόξειεν, ποικίλουν την χρόαν, ταινίας τινάς 30 επί του νώτου επιχρύσους έχοντα. οράς, ώ έλεγχε ; τον Αριστοτέλης προσποιούμενος αυτός έστιν. ήλθεν, ΙΟ είτα πάλιν άπενήξατο. περισκοπεί ακριβώς, αύθις επανήλθεν, έχανεν, είληπται, ανιμήσθω. ΑΡΙΣΤ. μη έρη με, ω Παρρησιάδη, περί αυτού αγνοώ γάρ όστις εστίν. ΠΑΡΡ. ουκούν και ούτος, ώ 'Αριστοτελες, κατά των 5 πετρών. 51. άλλ' ήν ιδού, πολλούς που τους ιχθύς ορώ κατά ταυτόν ομόχροας, ακανθώδεις και την επιφάνειας εκτετραχυσμένους, εχίνων δυσληπτοτέρους. ή που σαγήνης επ' αυτούς δεήσει" αλλ' ου πάρεστιν. ικανόν ει κάν ένα τινά εκ της αγέλης ανασπάσαιμεν. ήξει δ' επί το το άγκιστρoν δηλαδή ός αν αυτών θρασύτατος ή. ΕΛΕΓ. κάθες, ει δοκεί, σιδηρώσας γε πρότερον επί πολύ της ορμιάς, μη αποπρίση τοϊς οδούσι καταπιών το χρυσίον. ΠΑΡΡ. καθήκα. συ δέ, ώ Πόσειδον, ταχείαν επι- 15 τέλει την άγραν. βαβαι, μάχονται περί του δελέατος, και συνάμα πολλοί περιτρώγουσι την ισχάδα, οι δε προσφύντες έχονται του χρυσίου. ευ έχει περιεπάρη τις μάλα καρτερός, φέρ' ίδω τίνος επώνυμον σεαυτόν . είναι λέγεις; καίτοι γελοιός γε είμι αναγκάζων ιχθύν 20 λαλείν άφωνοι γάρ αυτοί. αλλά σύ, ώ έλεγχε, είπε όντινα έχει διδάσκαλος. ΕΛΕΓ. Χρύσιππον τουτονί. ΠΑΡΡ. μανθάνω" διότι χρυσίον, oίμαι, προσην τω ονόματι. συ δ' ούν, Χρύσιππε, πρός της Αθηνάς είπέ, 25 οίσθα τους άνδρας ή τοιαύτα παρήνεις αυτούς ποιεϊν; ΧΡΥΣ. νή Δί', υβριστικά ερωτάς, ώ Παρρησιάδη, προσήκειν τι ημίν υπολαμβάνων τοιούτους όντας. ΠΑΡΡ. ευ γε, ώ Χρύσιππε, γενναίος ει. ούτος γούν και αυτός επί κεφαλήν μετά των άλλων, έπει και ακαν- 30 θώδης εστί, και δέος μη διαπαρή τις τον λαιμόν έσθίων. * 52. ΦΙΛ. άλις, ώ Παρρησιάδη, της άγρας, μη και τίς σοι, οίοι πολλοί είσιν, οΐχηται αποσπάσας το χρυσίον και το άγκιστρον είτά σε αποτίσαι τη ιερεία δεήσει. ώστε ημείς μεν απίωμεν περιπατήσουσαι καιρός δε και 5 υμάς απιέναι όθεν ήκετε, μη και υπερήμεροι γένησθε της προθεσμίας. συ δε και ο έλεγχος, ώ Παρρησιάδη, κύκλω επί πάντας αυτούς ιόντες ή στεφανούτε ή εγκάετε, ως έφην. ΠΑΡΡ. έσται ταύτα, ώ φιλοσοφία. χαίρετε, ω το βέλτιστοι ανδρών. ημείς δε κατίωμεν, ώ έλεγχε, και τελώμεν τα παραγγελλόμενα. που δε και πρώτον απιέναι δεήσει; μών ες την Ακαδήμειαν ή ές την στοάν; ΕΛΕΓ. από του Λυκείου ποιησόμεθα την αρχήν. ΠΑΡΡ. ουδέν διοίσει τούτο. πλην οιδά γε εγώ ως 15 όπου ποτ' άν απέλθωμεν, ολίγων μέν των στεφάνων, πολλών δε των καυτηρίων δεησόμεθα. 1. "Αξιόν γε παρατηρεϊν τα υπό των πολλών εν τους πένθεσι γινόμενα και λεγόμενα και τα υπό των παραμυθουμένων δήθεν αυτούς αύθις λεγόμενα, και ως αφόρητα ηγούνται τα συμβαίνοντα σφίσι τε αυτούς οι οδυρόμενοι και εκείνοις ους οδύρονται, ου μα τον Πλού- 5 τωνα και Φερσεφόνην κατ' ουδεν επιστάμενοι σαφώς ούτ' ει πονηρά ταύτα και λύπης άξια ούτ' ει τουναντίον ηδέα και βελτίω τούς παθούσι, νόμω δε και συνηθεία την λύπην επιτρέποντες. επειδάν τοίνυν αποθάνη τις, ούτω ποιούσι-μάλλον δε πρότερον ειπείν βούλομαι άστινας 10 περί αυτού του θανάτου δόξας έχουσιν ούτω γαρ έσται φανερόν, ούτινος ένεκα τα περιττά εκείνα επιτηδεύουσιν. 2. ο μεν δη πολύς όμιλος, ους ιδιώτας οι σοφοί καλούσιν, “Ομήρω τε και Ησιόδο και τοις άλλοις μυθοποιούς περί τούτων πειθόμενοι και νόμον θέμενοι την ποίησιν αυτών, 15 τόπον τινά υπό τη γη βαθύν "Αιδην υπειλήφασι, μέγαν δε και πολύχωρον τούτον είναι και ζοφερόν και ανήλιον ουκ οίδ' όπως αυτοίς φωτίζεσθαι δοκούντα προς το και καθορών των ενόντων έκαστον βασιλεύειν δε του χάσματος αδελφός του Διός Πλούτωνα κεκλημένον, ώς μοι 20 των τα τοιαύτα δεινών τις έλεγε, διά το πλουτεϊν τους νεκρούς τη προσηγορία τετιμημένον. τούτον δε τον Πλούτωνα την παρ' αυτώ πολιτείαν και τον κάτω βίον καταστήσασθαι τοιούτον κεκληρώσθαι μεν γαρ αυτόν άρχειν των αποθανόντων, καταδεξάμενον δε αυτούς και παραλαβόντα κατέχειν δεσμούς αφύκτοις, ουδενί το 5 παράπαν της άνω οδού υφιέμενον πλήν εξ άπαντος του αιώνος πάνυ ολίγων επί μεγίσταις αιτίαις. 3. περιρρείσθαι δε την χώραν αυτού ποταμούς μεγάλοις τε και φοβεροίς κακ μόνων των ονομάτων Κωκυτοι γάρ και Πυριφλεγέθοντες και τα τοιαύτα κέκληνται. το δε το μέγιστον, η 'Αχερουσία λίμνη πρόκειται πρώτη δεχομένη τους απαντώντας, ήν ουκ ένι διαπλεύσαι η παρελθείν άνευ του πορθμέως: βαθεία γαρ περάσαι τοις ποσί και διανήξασθαι πολλή, και όλως ουκ αν αυτήν διαπταίη ουδε τα νεκρά των ορνέων. 4. προς δε αυτή τη καθόδω 15 και πύλη ούση αδαμαντίνη αδελφιδούς του βασιλέως Αιακός έστηκε την φρουρών επιτετραμμένος και παρ' αυτώ κύων τρικέφαλος μάλα κάργαρος, τους μεν άφικνουμένους φίλιόν τι και ειρηνικών προσβλέπων, τους δε πειρώντας αποδιδράσκειν υλακτών και το χάσματι 20 δεδιττόμενος. 5. περαιωθέντας δε την λίμνην ές το έσω λειμων υποδέχεται μέγας το ασφοδέλω κατάφυτος και ποτών μνήμης πολέμιον λήθης γούν διά τούτο ώνόμασται. ταύτα γάρ αμέλει διηγήσαντο τοίς πάλαι εκείθεν άφιγμένοι "Αλκηστίς τε και Πρωτεσίλεως οι Θετταλοί και 25 Θησεύς και του Αιγέως και ο του Ομήρου Οδυσσεύς, μάλα σεμνοί και αξιόπιστοι μάρτυρες, έμοι δοκεϊν, ου πιόντες της πηγής: ου γαρ αν εμέμνηντο αυτών. 6. ο μεν ουν Πλούτων, ως εκείνοι έφασαν, και η Φερσεφόνη δυνα στεύουσι και την τών όλων δεσποτείαν έχουσιν, υπηρε30 τoυσι δ' αυτούς και την αρχήν συνδιαπράττουσιν όχλος πολύς έρινύες τε και ποιναι και φόβοι και ο Ερμής, |